Για εμάς στην αριστερά, η προστασία των πιο ευάλωτων συμπολιτών μας, είναι χρέος κοινωνικό.
Οποιοδήποτε βήμα, έστω και μικρό προς αυτή την κατεύθυνση, θα το στηρίζουμε.
Σε αυτό το πλαίσιο στηρίζουμε επί της αρχής το παρόν σχέδιο Νόμου.
Ακολουθεί το κείμενο της ομιλίας
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Η μάστιγα των ναρκωτικών, ιδίως απ’ τη δεκαετία του 80 και μετά, έχει αγγίξει, σαρώσει και διαλύσει πάρα πολλούς συμπολίτες μας.
Χιλιάδες οικογένειες βρέθηκαν αντιμέτωπες με αναπάντεχα και αναπάντητα ερωτηματικά.
Χιλιάδες νέοι άνθρωποι χάσανε τα όνειρα και τις ζωές τους στα αδιέξοδα του σκοτεινού σκληρού κόσμου των ναρκωτικών ουσιών.
Το θέμα λοιπόν που συζητάμε σήμερα είναι ιδιαίτερα σημαντικό και πολυεπίπεδο. Ακουμπάει επώδυνα την κοινωνία με πολλές και διαφορετικές επιδράσεις.
Επιδράσεις στην υγεία, στην οικονομία, στην κοινωνική λειτουργία, στις οικογενειακές σχέσεις.
Η Ελληνική Πολιτεία τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε λαθεμένα το θέμα μέσα από αγκυλώσεις συντηρητισμού, αφοριστικές προσεγγίσεις και κατασταλτικές λογικές.
Έτσι καθυστέρησε χαρακτηριστικά στην χάραξη μιας εύστοχης, προοδευτικής, πολυεπίπεδης πολιτικής.
Μιας πολιτικής που θα αντιμετώπιζε αποτελεσματικά το πρόβλημα.
Στην βάση της γνώσης, της πρόληψης, της κοινωνικής ευαισθητοποίησης και της αποθεραπείας.
Αντί του βολικού κοινωνικού στιγματισμού των χρηστών και της ισοπεδωτικής καταστολής.
Το σχέδιο νόμου που συζητάμε στην Ολομέλεια σήμερα, δεν αποτελεί, δυστυχώς,
σημείο τομής για την αντιμετώπιση ενός τόσο πολύπλοκου ζητήματος.
Γίνονται ωστόσο κάποια, θετικά μεν, δειλά δε, βήματα.
Σε αυτό το πλαίσιο, και με εκφρασμένες τις επιφυλάξεις μας, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ υπερψηφίζει επί της αρχής το παρόν σχέδιο Νόμου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν δύο τρόποι προσέγγισης του προβλήματος των ναρκωτικών και ότι τα συνοδεύει:
η μέθοδος της καταστολής που αγνοεί τον ανθρώπινο παράγοντα και την οποία ακολουθούσε έως σήμερα η ελληνική Πολιτεία,
και η μέθοδος της πρόληψης και θεραπείας ως μέσο αντιμετώπισης και της παραβατικότητας που συνδέεται με τη χρήση, που εισάγεται δειλά με το παρόν σχέδιο νόμου.
Αντιλαμβανόμαστε όλοι πως δεν αποτελούν απλά δύο μοντέλα, δύο τεχνικούς τρόπους επίλυσης του προβλήματος.
Το ποιο απ’ τα δυο, την καταστολή ή την πρόληψη δηλαδή, υποστηρίζει ο καθένας μας, αποκαλύπτει το αξιακό του σύστημα, την κοινωνική του ευαισθησία προς τις πιο αδύναμες ομάδες, την πολιτική του αντίληψη.
Μέχρι σήμερα επιβαλλόταν μόνο ποινή στον χρήστη – κρατούμενο, χωρίς να δίνεται δυνατότητα αποθεραπείας του.
Με τον τρόπο αυτό, η ελληνική Πολιτεία όχι μόνο δεν έλυσε το πρόβλημα των ναρκωτικών αλλά δημιούργησε και κάποια ακόμα, όπως υπερπληθυσμός των φυλακών, παράνομη διακίνηση μέσα στις φυλακές και άλλα ακόμα.
Όπως ενημερωθήκαμε και κατά τις συνεδριάσεις των επιτροπών:
– το 40% των κρατούμενων σήμερα στις φυλακές είναι δράστες που διώκονται για παραβάσεις σχετικές με την κατοχή και διακίνηση ναρκωτικών ουσιών.
– Επίσης, εξαρτημένοι είναι πάνω από 50% όσων εγκλείστων στις φυλακές κατηγορούνται για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου.
Αλλά και η ίδια η φυλακή δημιουργεί εξαρτημένους.
Γιατί, σε συνθήκες καταναγκαστικού εγκλεισμού η ανάγκη για διαφυγή συνδέεται έντονα με την χρήση ναρκωτικών ουσιών.
Και δυστυχώς, γνωρίζουμε και πόσο εύκολη είναι σήμερα η εισαγωγή τους στις φυλακές.
Ο χρήστης μέσα στη φυλακή ενδέχεται ηθικά να αποδιοργανωθεί και να «οργανωθεί» στο έγκλημα.
Άρα, όταν αυτός τελικά αποφυλακιστεί, θα συνεχίσει και τη χρήση και την παραβατικότητα.
Η άκριτη καταστολή, λοιπόν, οδηγεί στην αναπαραγωγή της εγκληματικότητας και όχι στην αντιμετώπισή της.
Αντίθετα, η απεξάρτηση έχει δώσει ευρήματα που δείχνουν επιτυχία απεμπλοκής από την εγκληματικότητα.
Στα θετικά σημεία του παρόντος σχεδίου Νόμου είναι ότι αναγνωρίζει ότι ο χρήστης βρίσκεται σε μια ειδική κατάσταση εξάρτησης για αυτό και του επιφυλάσσει ευνοϊκότερη ποινική μεταχείριση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Ακούσαμε από τους αρμόδιους φορείς στις συνεδριάσεις της επιτροπής αλλά έχουμε διαβάσει και στον Τύπο, τι ουσίες έχουν φτάσει να λαμβάνουν οι τοξικομανείς.
Ακούσαμε για τη «σίσα», έναν τύπο ναρκωτικού, που παρασκευάζεται με την ανάμειξη διεγερτικών ουσιών με πολύ τοξικές ουσίες, ακόμα και με υγρά από μπαταρίες αυτοκινήτων ή χλωρίνη.
Το παρασκεύασμα αυτό πωλείται στην τιμή των 2-3 ευρώ για κάθε δόση, με αποτέλεσμα ολοένα και περισσότεροι χρήστες να στρέφονται σε αυτό, εν μέσω οικονομικής κρίσης.
«Η κόκα των φτωχών», κάνει θραύση στις «πιάτσες» της Αθήνας, προκαλεί σοβαρές παρενέργειες στους χρήστες, αλλά και μεγάλη ανησυχία στους ειδικούς για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει ακόμα και στο γενικό πληθυσμό.
Όταν ένας χρήστης φτάνει σε σημείο να λαμβάνει υγρά μπαταρίας, μπορούμε να φανταστούμε – και γνωρίζουμε – που μπορεί να φτάσει προκειμένου να πάρει τη δόση του.
Και με το να ρίχνεις αυτό τον άνθρωπο στον Καιάδα, δε λύνεις το πρόβλημα.
Το πρόβλημα των ναρκωτικών είναι εδώ, είναι οξύ και οξύνεται πολύ περισσότερο, όσο εντείνεται και η οικονομική κρίση.
Είναι σημαντικό, λοιπόν, ότι σύμφωνα με το άρθρο 31, δίνεται η δυνατότητα στο χρήστη να ενταχθεί σε πρόγραμμα απεξάρτησης αντί να προφυλακιστεί.
Ως γιατρός, πρέπει να επισημάνω τα εξής:
1ον: είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι δίνεται η δυνατότητα στο χρήστη να συμμετέχει σε πρόγραμμα ταυτόχρονης σωματικής και ψυχικής απεξάρτησης.
Οι επιστημονικές έρευνες, κατά τα τελευταία 25 χρόνια, έδειξαν ότι η θεραπευτική αγωγή που συνδυάζει τη φαρμακευτική και τη συμπεριφορική θεραπεία πετυχαίνει ουσιαστικά την απεξάρτηση από τα ναρκωτικά.
Μόνο ο συνδυασμός αυτών των δύο μπορεί να οδηγήσει τον χρήστη στην έξοδο του σκοτεινού τούνελ στο οποίο βρίσκεται.
2ον: είναι σημαντική η πρόβλεψη για λειτουργία προγραμμάτων χορήγησης υποκατάστατων μέσα στις φυλακές.
Αν μη τι άλλο, συντελεί στη μείωση των βλαβών στην υγεία των τοξικοεξαρτημένων και διασφαλίζει κατά κάποιον τρόπο την αξιοπρέπειά τους.
Βέβαια, σε αυτή τη κατεύθυνση είναι πολύ σημαντική η πρόβλεψη του άρθρου 35.
Αναφέρομαι στο ότι ο κρατούμενος που έχει παρακολουθήσει επιτυχώς προγράμματα απεξάρτησης θα απολύεται με ευνοϊκότερους όρους.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Η καθιέρωση εναλλακτικών τρόπων χαρακτηρισμού ενός προσώπου ως εξαρτημένου ακόμα και μετά την ποινική του καταδίκη, που προβλέπεται στο παρόν σχέδιο Νόμο, με τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 3, είναι σημαντική.
Για τη διάγνωση της εξάρτησης συνεκτιμώνται πιστοποιήσεις αναγνωρισμένων υπηρεσιών απεξάρτησης, ιατρικά πιστοποιητικά περίθαλψης, ευρήματα εργαστηριακών εξετάσεων, πραγματογνωμοσύνη κλπ.
Παράλληλα ,η διάγνωση της εξάρτησης γίνεται τώρα πιο πλουραλιστική με την εφαρμογή πολλαπλών κριτηρίων.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Όπως προείπα, το παρόν σχέδιο Νόμου ούτε καινοτόμο είναι, ούτε ριζοσπαστικό.
Και αυτό γιατί:
– Διατηρείται η ποινικοποίηση της χρήσης,
– Υπαναχωρεί στη μεταβολή από πλημμεληματικού χαρακτήρα σε κακουργηματικού που ήταν αρχικά, για το αδίκημα της διακίνησης για προσωπική χρήση,
– Επίσης, διατηρείται μεγάλο εύρος ποινής για το αδίκημα της διακίνησης, από 5 έως 20 χρόνια. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε υπέρμετρη, ενδεχομένως, ποινικοποίηση.
Η σημαντικότερη, ωστόσο, έλλειψη του σχεδίου Νόμου και των προβλέψεών του προέρχεται από την αδυναμία των αρμοδίων πολιτικά και των τριών κομμάτων της συγκυβέρνησης, να διατυπώσουν μια ολοκληρωμένη και πλουραλιστική πολιτική.
Με κεντρικό σχεδιασμό που θα συμπεριλαμβάνει όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.
Ωστόσο, ακόμα και αυτή η δειλή μα ταυτόχρονα θετική προσπάθεια πολύ φοβάμαι ότι θα υπονομευθεί από τον κύριο άξονα της πολιτικής σας που δεν είναι άλλη από την εφαρμογή των μνημονίων.
Θα ήθελα να απευθυνθώ στον αρμόδιο Υπουργό και τους κυρίους συναδέρφους και τις κυρίες συναδέλφισες, της συγκυβέρνησης που στηρίζετε το παρόν σχέδιο Νόμου, και να τους ρωτήσω:
Στην Ελλάδα των μνημονίων και της κρίσης, από πού ακριβώς θα βρεθούν οι απαραίτητοι οικονομικοί πόροι προκειμένου οι πρόνοιες του παρόντος σχεδίου Νόμου να μην μείνουν στα χαρτιά;
Τρία χρόνια εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών δε μας αφήνουν, δυστυχώς, κανένα περιθώριο αισιοδοξίας.
Κύριε Υπουργέ,
Κύριοι συνάδελφοι,
κανένας νόμος δεν λειτουργεί ανεξάρτητα από το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται.
Και το μνημονιακό πλαίσιο στο οποίο κινείστε σήμερα διευρύνει τον κοινωνικό περιορισμό και συντρίβει τους ευάλωτους. Όπου και αν βρίσκονται οι συμπολίτες μας αυτοί.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Εμείς στον ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ λέμε ότι η χώρα βρίσκεται σε ανθρωπιστική κρίση.
Πτυχές του ζητήματος που συζητάμε σήμερα εδώ άπτονται αυτής της ανθρωπιστικής κρίσης.
Έχει να κάνει με τη πλήρη αποδιοργάνωση, την υποστελέχωση και υποχρηματοδότηση των δομών στήριξης των τοξικοεξαρτημένων και των οικογενειών τους.
Με αποτέλεσμα, οι ναρκομανείς να μην μπορούν να λάβουν τη δέουσα βοήθεια και να περιφέρονται σαν τα φαντάσματα στο κέντρο της Αθήνας.
Ανθρωπιστική κρίση είναι η ραγδαία αύξηση των μεταδοτικών νοσημάτων εξαιτίας και της ανεξέλεγκτης πορνείας, όπου τελικά οδηγούνται πολλές χρήστριες. Οι οποίες όταν συλλαμβάνονται διαπομπεύονται προκειμένου να συμβάλλουν στην προεκλογική εκστρατεία του αρμόδιου υπουργού.
Ανθρωπιστική κρίση είναι ο υπερπληθυσμός στις φυλακές, η διαβίωση των εγκλείστων σε απάνθρωπες συνθήκες, με κίνδυνο, σε λίγο χρόνο, να μην υπάρχει δυνατότητα να σιτιστεί όλος αυτός ο κόσμος.
Ανθρωπιστική κρίση είναι όταν η ανεργία των νέων αγγίζει το 60% και οδηγεί στη περιθωριοποίηση μεγάλες ομάδες του πληθυσμού.
Χωρίς να διαφαίνεται η παραμικρή ελπίδα και με την ατμόσφαιρα γύρω τους καθημερινά να γίνεται ολοένα και πιο συντηρητική, πιο ασφυκτική, που οδηγούνται οι νέοι άνθρωποι;
Σε αυτές τις συνθήκες της ανθρωπιστικής κρίσης, τα φαινόμενα της νέας φτώχειας χρήζουν ιδιαίτερης ευαισθησίας από πλευράς της Πολιτείας, γιατί η αναζήτηση τεχνιτών παραδείσων πολλαπλασιάζεται.
Εν κατακλείδι:
Για εμάς στην αριστερά, η προστασία των πιο ευάλωτων συμπολιτών μας, είναι χρέος κοινωνικό.
Οποιοδήποτε βήμα, έστω και μικρό προς αυτή την κατεύθυνση, θα το στηρίζουμε.
Σε αυτό το πλαίσιο στηρίζουμε επί της αρχής το παρόν σχέδιο Νόμου.


Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.